Εκλείψεις Ηλίου: Η χρησιμότητά τους στην ιστορία της επιστήμης

Spread the love

Έκλειψη ηλίου ονομάζεται το φαινόμενο κατά το οποίο η Σελήνη παρεμβάλλεται ανάμεσα στον Ήλιο και τη Γη, με αποτέλεσμα ορισμένες περιοχές της Γης να δέχονται λιγότερο φως από ό,τι συνήθως. Μπορεί να είναι μερική ή ολική και κάθε έτος πραγματοποιούνται τουλάχιστον δύο εκλείψεις Ηλίου, ενώ ο μέγιστος αριθμός εκλείψεων Ηλίου που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ένα έτος είναι 5.

Ο Ίππαρχος υπολόγισε την απόσταση ανάμεσα σε Γη και Σελήνη χάρη στην έκλειψη

Ο Ίππαρχος, ο αρχαίος Έλληνας αστρονόμος και μαθηματικός, ο οποίος έζησε πριν από 2.000 χρόνια, χρησιμοποίησε την ολική έκλειψη του Ηλίου προκειμένου να λύσει κάποια προβλήματα της ουράνιας γεωμετρίας. Γνώριζε πως σε ένα σημείο της βορειοδυτικής Τουρκίας η έκλειψη είχε καλύψει ολοκληρωτικά τον Ήλιο. Όμως στην Αλεξάνδρεια, περίπου σε απόσταση χιλίων χιλιομέτρων, μόνο τα τέσσερα πέμπτα του Ηλίου είχαν καλυφθεί. Από αυτό υπολόγισε την απόσταση ανάμεσα στη Γη και τη Σελήνη και κατάφερε να το επιτύχει σωστά κατά το 20%.

Ο Ίππαρχος ήταν ένας από τους πρώτους δασκάλους που χρησιμοποίησαν την έκλειψη για να φέρουν εις πέρας τα επιστημονικά τους σχέδια.

Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τις εκλείψεις για να παρατηρούν το ηλιακό σύστημα

Τους τελευταίους αιώνες οι επιστήμονες χρησιμοποιήσαν το ουράνιο αυτό φαινόμενο για να παρατηρήσουν το ηλιακό μας σύστημα και ιδιαίτερα τον Ήλιο. Συνήθως ο Ήλιος είναι υπέρλαμπρος και οι επιστήμονες δεν μπορούν να τον παρατηρήσουν, γι’ αυτόν τον λόγο μία ολική έκλειψη αποτελεί την τέλεια ευκαιρία.

Το 1605, ο Γερμανός αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ διατύπωσε τη θεωρία ότι η στεφάνη του Ηλίου που είναι ορατή κατά την έκλειψη μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ατμόσφαιρας γύρω από τη Σελήνη που διαχέει το ηλιακό φως που περνά. Επίσης, οι παρατηρητές ανέφεραν ότι έβλεπαν τεράστιους πίδακες να ξεπηδούν από την ηλιακή επιφάνεια και να εκτείνονται εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα στο Διάστημα.

Νέες ηλιακές ανακαλύψεις στα μέσα του 19ου αιώνα

Η ανακάλυψη του φασματοσκοπίου στα μέσα του 19ου αιώνα έφερε νέες ηλιακές ανακαλύψεις. Το 1868, ο Γάλλος επιστήμονας Πιερ Γιάνσεν ταξίδεψε μέχρι την Ινδία για να παρακολουθήσει την ολική έκλειψη Ηλίου μέσα από ένα φασματοσκόπιο και κατέληξε ότι οι μεγάλοι πίδακες που εμφανίζονταν στην επιφάνεια του Ηλίου ήταν από θερμό αέριο υδρογόνο.

Η ανακάλυψη για τις υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στην επιφάνεια του Ηλίου

Κατά τη διάρκεια της ολικής έκλειψης Ηλίου του 1869, δύο Αμερικανοί ερευνητές, ο Τσαρλς Αουγκούστους Γιανγκ και ο Ουίλιαμ Χάρκνες, παρατήρησαν μια αχνή πράσινη γραμμή στη στεφάνη του Ηλίου. Υπέθεσαν ότι πρόκειται για κάποιο νέο στοιχείο που έβλεπαν να απελευθερώνεται και του έδωσαν μάλιστα και το όνομα «κορόνιουμ». Μόνον το 1930 οι ειδικοί συνειδητοποίησαν ότι το «κορόνιουμ» δεν ήταν κάποιο νέο στοιχείο αλλά σίδηρος που είχε τα μισά από τα 26 του ηλεκτρόνια. Η ανακάλυψη αυτή υπέδειξε και τις υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στην επιφάνεια του Ηλίου, όπου η μέση θερμοκρασία φτάνει τους 10.000 βαθμούς Φαρενάιτ. Μετρήσεις που έγιναν στη στεφάνη κατά τη διάρκεια της ολικής έκλειψης του 1932 έδειξαν ότι οι θερμοκρασίες εκεί πέρα είναι πολύ υψηλότερες. Έκτοτε οι ερευνητές αναζητούν απάντηση στο γιατί τελικά η στεφάνη γίνεται τόσο θερμή.

Οι ιδέες του Αϊνστάιν δημιούργησαν τη σκηνή για το διασημότερο πείραμα με έκλειψη όλων των εποχών, το 1919, κατά τη διάρκεια του οποίου ο σερ Άρθουρ Έντιγκτον παρατήρησε την κάμψη του αστρικού φωτός γύρω από τον Ήλιο.