ΟΡΟΣ ΣΙΩΝ
(Γ’ Βασιλειών 2,35γ-δ)
(Ψαλμοί 2,6. 23,3. 47,3. 47,12. 77,68. 124,1. 132,3)
Το όρος Σιών είναι ένας λόφος στο νοτιοδυτική γωνία της Παλιάς Πόλης της Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για μια προεπέκταση του όρους του Ναού.
Υπάρχουν πολλές εκκλησίες και πολλά μικρά χριστιανικά και εβραϊκά νεκροταφεία στην περιοχή της Αγίας Σιών. Το μισό από το όρος Σιών βρίσκεται στην Παλιά Πόλη, στην εβραϊκή και την Αρμενική συνοικία. Ο τάφος του βασιλιά Δαβίδ βρίσκεται στην κορυφή του όρους Σιών.
Ο Δαβίδ στους Ψαλμούς του αναφέρει το όρος Σιών, ως τον τόπο κατοικίας του Κυρίου (Ψαλμοί 23,3. 73,2). Στο όρος Σιών γίνεται ακόμη αναφορά και σε άλλους Ψαλμούς (Ψαλμοί 2,6. 47,3. 47,12. 124,1). Στο βιβλίο των Ψαλμών αναφέρεται επίσης, ότι ο Κύριος δεν εξέλεξε την φυλή Εφραίμ, αλλά τη φυλή Ιούδα και το όρος Σιών (Ψαλμός 77,67-68). Σε άλλο Ψαλμό αναφέρεται η δροσιά του όρους Αερμών, η οποία κατεβαίνει και φτάνει ως τα όρη Σιών (Ψαλμός 123,3).
Ο Ναός των Ιεροσολύμων χτίστηκε στο πιο ψηλό μέρος της Ιερουσαλήμ, στο όρος Σιών (Γ’ Βασιλέων 2,35δ). Η πρώτη σύζυγος του Σολομώντα ήταν η θυγατέρα του Φαραώ, την οποία και εγκατέστησε στην πόλη Δαβίδ στο όρος Σιών, μέχρις ότου τελειώσει η ανοικοδόμηση του βασιλικού ανακτόρου (Γ’ Βασιλειών 2,35γ).
ΟΡΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
ΤΟ ΟΡΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΩΣ ΙΕΡΟΣ ΤΟΠΟΣ
Το Όρος του Ναού
Το Όρος του Ναού (Χαράμ αλ-Σαρίφ στα αραβικά και Χαρ χαΜπάγιτ Χαρ χαΜόρια στα εβραϊκά, ευγενές βουνό) βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ και είναι ένας από τους σημαντικότερους θρησκευτικούς χώρους της πόλης. Το βουνό είναι σημαντικός θρησκευτικός χώρος για τους Εβραίους, τους Χριστιανούς, τους Ρωμαίους και τους Μουσουλμάνους. Το Όρος του Ναού έχει ταυτιστεί με το όρος Μορία (Μοριά, Αμωρία), όπου ο Αβραάμ πήγε για να θυσιάσει τον Ισαάκ, και το όρος Σιών, όπου βρισκόταν ο οχυρό των Ιεβουσαίων και θεωρείται το όρος του Θεού, για το οποίο γίνεται λόγος σε πολλά σημεία της Παλαιάς Διαθήκης.
Στον Ιουδαϊσμό, το βουνό θεωρείται ως το μέρος το οποίο διάλεξε ο Θεός για να αναπαυθεί και να κατοικήσει ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι το βουνό στο οποίο βρίσκεται ο ναός του Σολομώντα. Το βουνό είναι ο πιο ιερός τόπος στον Ιουδαϊσμό και το μέρος στο οποίο στρέφονται οι Εβραίοι όταν προσεύχονται. Εξαιτίας της ιερότητάς του πολλοί Εβραίοι δεν περπατάνε πάνω στο βουνό από φόβο μήπως πατήσουν πάνω εκεί που βρίσκονταν τα άγια των αγίων και το άδυτο του Ναού του Σολομώντα, όπου βρισκόταν η Κιβωτός της Διαθήκης και εμφανιζόταν ο Κύριος.
Για τους Σουνίτες Μουσουλμάνους, το βουνό είναι ο τρίτος ιερότερος τόπος στο Ισλάμ. Το βουνό είναι το σημείο στο οποίο μεταφέρθηκε κατά τη διάρκεια της νύχτας ο Μωάμεθ και αναλήφθηκε ώστε να συναντήσει το Θεό. Μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες το 637 οι Ομεϋάδες χαλίφηδες κατασκεύασαν στο βουνό το τέμενος αλ-Ακσά και το Θόλο του Βράχου. Ο Θόλος ολοκληρώθηκε το 692 και είναι ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα δείγματα ισλαμικής αρχιτεκτονικής. Ο Θόλος βρίσκεται στο κέντρο του βουνού, περίπου στη θέση όπου σύμφωνα με τη Βίβλο βρισκόταν ο Ναός.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το Όρος του Ναού αποτελεί το βόρειο τμήμα ενός πολύ στενού λόφου που κατηφορίζει απότομα από βορρά προς νότο. Η κορυφή του φτάνει σε ύψος 740 μέτρα και υψώνεται πάνω από την κοιλάδα των Κέδρων προς τα ανατολικά και την κοιλάδα των Τυροποιών προς τα δυτικά.
Περίπου το 19 π.Χ., ο Ηρώδης ο Μέγας επέκτεινε το φυσικό πλάτωμα του Όρους, περικλείοντας την περιοχή με τέσσερις ογκώδεις τοίχους και επιχωμάτωσε τα κενά. Αυτή η τεχνητή επέκταση δημιούργησε μια μεγάλη επίπεδη έκταση που σήμερα αποτελεί το ανατολικό τμήμα της Παλιάς Πόλης της Ιερουσαλήμ. Η σχήματος τραπεζίου έκταση έχει μήκος 488 μ. στα δυτικά, 470 μ. στα ανατολικά, 315 μ. στα βόρεια και 280 μ. στα νότια, και έχει έκταση περίπου 150.000 τ.μ. και καταλαμβάνει περίπου το ένα έκτο της παλαιάς πόλης.
Το βόρειο τείχος του Όρους, μαζί με το βόρειο τμήμα του δυτικού τοίχου, είναι κρυμμένο πίσω από κτίρια κατοικιών. Το νότιο τμήμα της δυτικού τείχους είναι ορατό και περιέχει αυτό που είναι γνωστό ως Δυτικό Τείχος ή Τείχος των Δακρύων.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο λόφος πιστεύεται ότι κατοικείται από την 4η χιλιετία π.Χ.. Το βιβλικό όρος Σιών, το οποίο βρίσκεται στην ίδια θέση, το νότιο τμήμα του είχε ενισχυθεί με τείχη στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ., γύρω στο 1850 π.Χ., από τους Χαναναίους που ίδρυσαν έναν οικισμό στην περιοχή που ονομαζόταν Τζεμπούς.
Η περιοχή του Όρους του Ναού εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Παλαιά Διαθήκη, όταν ο Θεός είπε στον Αβραάμ να πάει στην γη του Μορία (Υψηλή Γη) και να θυσιάσει το γιο του, τον Ισαάκ (Γένεση 22,2). Όταν έφτασαν στον τόπο που είχε ορίσει ο Θεός, ο Αβραάμ έχτισε εκεί θυσιαστήριο, ετοίμασε τα ξύλα, έδεσε το γιο του τον Ισαάκ και τον έβαλε στο θυσιαστήριο πάνω από τα ξύλα. Ύστερα άπλωσε το χέρι του και πήρε το μαχαίρι για να θυσιάσει το παιδί του. Αλλά ο Κύριος εμπόδισε τον Αβραάμ να θυσιάσει το παιδί του και στη θέση του, σύμφωνα με την εντολή του, έβαλε ένα κριάρι που ήταν εκεί κοντά (Γένεση κεφ. 22).
Μία χιλιετία μετά τον Αβραάμ, ο βασιλιάς Δαβίδ αγόρασε το αλώνι του Ορνά του Ιεβουσαίου, που βρισκόταν στον ίδιο τόπο, για να χτίσει εκεί ένα θυσιαστήριο για τον Κύριο, μετά την παρακοή του στο Νόμο του Θεού. Ο Δαβίδ πρόσφερε εκεί πάνω θυσία στον Κύριο και ο Κύριος σταμάτησε το θανατικό που είχε ξεσπάσει στο λαό (Β’ Βασιλειών 24,17-25. Α’ Παραλειπομένων 21,16-28).
Αργότερα ο Δαβίδ διάλεξε το αλώνι του Ορνά, ως τον τόπο που θα χτιζόταν ο Ναός του Κυρίου. Το σημείο αυτό είναι το μόνο στην Παλαιά Διαθήκη, όπου το όρος Μορία ταυτίζεται με το Όρος του Ναού (Α’ Παραλειπομένων 22,1. Β’ Παραλειπομένων 3,1). Ο Ναός του Κυρίου άρχισε να οικοδομείται το 962 π.Χ. και τέλειωσε ύστερα από 7 χρόνια, το 955 π.Χ. (Βασιλέων Γ’ 6,1α-γ. Παραλειπομένων Β’ 8,1). Ο Ναός που έχτισε ο Σολομών για τον Κύριο είχε μήκος 60 πήχεις (27 μ.), πλάτος 20 πήχεις (9 μ.) και ύψος 25 πήχεις (11 μ.) (Γ’ Βασιλέων 6,2. Β’ Παραλειπομένων 3,3).
Μετά την καταστροφή του Ναού του Σολομώντα από τον Ναβουχοδονόσορα Β΄, το 587 π.Χ., οι εξόριστοι Εβραίοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους μετά από 70 χρόνια. Η κατασκευή του Δεύτερου Ναού ξεκίνησε την εποχή του Κύρου, γύρω στο 538 π.Χ., και ολοκληρώθηκε το 515 π.Χ. από τον Ζοροβάβελ.
Γύρω στο 20 π.Χ., ο Ηρώδης ο Μέγας επέκτεινε το Όρος του Ναού και ανακαίνισε το Ναό. Το φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο περιλάμβανε την απασχόληση περίπου 10.000 ατόμων, υπερδιπλασίασε το μέγεθος του Όρος του Ναού σε 150.000 τ.μ.. Ο Ηρώδης ισοπέδωσε την περιοχή απομακρύνοντας βράχους στη βορειοδυτική πλευρά και ανύψωσε το έδαφος στα νότια. Αυτό το κατόρθωσε με την κατασκευή τεράστιων τοίχων αντιστήριξης και θόλων, συμπληρώνοντας τα κενά με χώμα και μπάζα. Επίσης, ο Ηρώδης κατασκεύασε το φρούριο Αντωνία στην βορειοδυτική γωνία του Όρους του Ναού και μια δεξαμενή βρόχινου νερού στα βορειοανατολικά. Η κατασκευή του Ναού από τον Ηρώδη ξεκίνησε το 20 π.Χ. και συνεχίστηκε για 83 χρόνια. Αυτός ήταν ο Ναός, που υπήρχε την εποχή του Ιησού Χριστού, του οποίου την καταστροφή είχε προβλέψει (Ματθαίος 24,1-2).
Το 70 μ.Χ. ο Τίτος με τις ρωμαϊκές λεγεώνες του κατέστρεψε την πόλη και το Ναό, κατά τη διάρκεια της επανάστασης του λαού.
Η ρωμαϊκή Αιλία Καπιτωλίνα χτίστηκε το 130 μ.Χ. από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό και ήταν αφιερωμένη στον Καπιτώλιο Δία, του οποίο ο ναός χτίστηκε στη θέση του πρώην δεύτερου Ναού του Σολομώντα, στο Όρος του Ναού.
Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός επέτρεψε στους Εβραίους να ξαναχτίσουν το Ναό. Η ανοικοδόμηση ξεκίνησε αλλά σταμάτησε εξαιτίας του σεισμού στη Γαλιλαία το 363 μ.Χ..
Το 610 μ.Χ., η αυτοκρατορία των Σασσανιδών κατέλαβε την Ιερουσαλήμ, δίνοντάς την στο έλεγχο των Εβραίων της Ιερουσαλήμ, για πρώτη φορά μετά από αιώνες. Οι Εβραίοι, για πρώτη φορά μετά την καταστροφή του Ναού από τους Ρωμαίους, άρχισαν να ανακατασκευάζουν το Ναό. Λίγο πριν οι Βυζαντινοί ανακαταλάβουν την περιοχή το 615, οι Πέρσες έδωσαν τον έλεγχο στο χριστιανικό πληθυσμό, ο οποίος κατεδάφισε το μερικώς χτισμένο Ιουδαϊκό Ναό και τον μετέτρεψε σε χωματερή.
Μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες, ο χαλίφης Ομάρ πήγε στο Όρος του Ναού με τον σύμβουλό του, Κα’αμπ αλ-Αχμπάρ, ένα πρώην Εβραίο ραβίνο που είχε προσηλυτιστεί στο Ισλάμ, προκειμένου να βρει τον ιερό χώρο για να χτίσει το πιο μακρινό τέμενος, που αναφέρεται στο Κοράνι. Ο Κα’αμπ αλ-Αχμπάρ πρότεινε στον Ομάρ την κατασκευή του Θόλου του Βράχου στην περιοχή που πιστεύεται ότι βρισκόταν τα βιβλικά άγια των αγίων του Ναού του Σολομώντα, πιστεύοντας ότι αυτό είναι το σημείο, που ο Μωάμεθ ανέβηκε στον ουρανό κατά τη διάρκεια του θαύματος Ισρά και Μιράτζ. Η κατασκευή των μουσουλμανικών μνημείων στη νοτιοανατολική γωνία, στραμμένα προς τη Μέκκα, έγινε 78 χρόνια αργότερα. Το αρχικό κτίριο ήταν ξύλινο και κατασκευάστηκε στην περιοχή του βυζαντινού δημόσιου κτιρίου με το περίτεχνο ψηφιδωτό δάπεδο.
Το 688-691 μ.Χ. ολοκληρώθηκε το οκταγωνικό ισλαμικό κτίριο με τρούλο που χτίστηκε από τον Χαλίφη Αμπντ αλ-Μαλίκ γύρω από τον βράχο, χτισμένο σε παραδόσεις του Κορανίου εκφράζοντας την αγιότητα του τόπου. Το ιερό έγινε γνωστό ως ο Θόλος του Βράχου. Το 715, οι Ομεϋάδες με επικεφαλής τον Χαλίφη Ουαλίντ Α’ έχτισαν ξανά ένα κτίριο κοντά στο Ναό μετατρέποντάς το σε μουσουλμανικό τέμενος, το οποίο ονόμασαν τέμενος αλ-Ακσά, που αντιστοιχεί στην ισλαμική πίστη του θαυμαστού νυχτερινού ταξιδιού του Μωάμεθ, όπως εξιστορείται στο Κοράνι και το χαντίθ.
Η περίοδος των Σταυροφοριών ξεκίνησε το 1099 με την κατάληψη της Ιερουσαλήμ κατά την Α΄ Σταυροφορία. Μετά την κατάκτηση της πόλης, το τάγμα των Ναϊτών Ιπποτών απέκτησε τη δυνατότητα χρήσης του Θόλου του Βράχου στο Όρος του Ναού από τον Βαλδουίνο Β΄ και το Λατίνο Πατριάρχη Ιεροσολύμων. Το Όρος του Ναού πέρασε πάλι στην κατοχή των Αράβων μαζί με την υπόλοιπη Ιερουσαλήμ το 1187, μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του Σαλαντίν.
Μετά την οθωμανική κατάκτηση της Παλαιστίνης το 1516, οι οθωμανικές αρχές συνέχισαν την πολιτική απαγόρευσης εισόδου των μη μουσουλμάνων στο Όρος του Ναού, μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, όταν οι μη-Μουσουλμάνοι είχαν και πάλι τη δυνατότητα να επισκεφθούν την περιοχή.
Ούτε Άραβες του Ισραήλ, ούτε οι Εβραίοι του Ισραήλ μπορούσαν να επισκεφθούν τους ιερούς τόπους τους στα εδάφη της Ιορδανίας κατά τη διάρκεια αυτής της ιορδανικής περιόδου (1948-1967).
Κατά τη διάρκεια του Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 το Ισραήλ κατέλαβε το Όρος του Ναού, μαζί με όλη την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη από την Ιορδανία, η οποία την είχε υπό τον έλεγχο της από το 1948. Ο χώρος αποτελεί σήμερα σημείο τριβής μεταξύ του Ισραήλ και του μουσουλμανικού κόσμου.