Τα εμβλήματα είναι τοποθετημένα σε ειδική γυάλινη προθήκη ασφαλείας κάτω από την εντυπωσιακή ζωφόρο με ιστορικές στιγμές από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 έως τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους, στο τμήμα της ζωφόρου που αναπαριστά έφιππο τον Βασιλιά Όθωνα.
Ο Όθων, πρίγκιπας της Βαυαρίας, του οίκου των Βίτελσμπαχ, βασίλευσε στην Ελλάδα με τον τίτλο «Βασιλεύς της Ελλάδος» από το 1832 έως το 1862.
Η κατασκευή των εμβλημάτων έγινε μετά από παραγγελία του Βασιλιά Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα, τον Απρίλιο του 1835, για να αποδοθούν στο νεαρό βασιλιά κατά στη στέψη του, η οποία θα γινόταν, την ίδια χρονιά, με την ενηλικίωσή του.
Την κατασκευή της κορώνας και του σκήπτρου ανέλαβε το ατελιέ χρυσοχοΐας «Fossin et Fills» στο Παρίσι, το οποίο ασχολείτο και με τη δημιουργία κοσμημάτων. Προηγουμένως, ο ίδιος οίκος είχε κατασκευάσει τα εμβλήματα του Αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α’ καθώς και βασιλέων – εξ ου και δικαιούτο να επιδεικνύει τη διάκριση «Joaillier du Roi» (Βασιλικός Χρυσοχόος).
Για την κατασκευή του ξίφους συνεργάστηκαν οι Fossin et Fills με τον ξιφοποιό και κατασκευαστή όπλων πολυτελείας Jules Manciaux.
Ωστόσο, το πλοίο που τα μετέφερε δεν έφτασε εγκαίρως στην Ελλάδα και έτσι δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ η στέψη του Όθωνα στον Ιερό Ναό της Αγ. Ειρήνης που είχε προγραμματιστεί για την 1η Ιουνίου.
Ο Όθωνας αποχωρώντας, τον Οκτώβριο του 1862, από την Ελλάδα πήρε μαζί του τα εμβλήματα του θρόνου, καθώς ποτέ δεν αποδέχθηκε την έξωση του ούτε και παραιτήθηκε από το θρόνο. Από τότε και έως το 1959 βρίσκονταν στον κάστρο Χοχενσβανγκάου στο Μόναχο.
Το 1956, ο Βασιλεύς των Ελλήνων Παύλος εκδήλωσε την επιθυμία να επιστραφούν τα βασιλικά διάσημα στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1959, με αφορμή την πανηγυρική τελετή που θα γινόταν στα Ανάκτορα για τη συμπλήρωση 125 ετών από την επίσημη είσοδο του Όθωνα στην πόλη και την ανακήρυξη της «ως Πρωτευούσης του Κράτους».
Ύστερα από τη μεσολάβηση μακράς αλληλογραφίας μεταξύ πρεσβείας Βόννης (πρεσβευτής Θ. Υψηλάντης) και ΥΠΕΞ (Ευ. Αβέρωφ) για την επίλυση σειράς διαδικαστικών θεμάτων, ο αρχηγός του Οίκου των Βίττελσμπαχ, Δούκας Αλβέρτος, προσέφερε τα εμβλήματα του Θρόνου ξανά στην Ελλάδα τα οποία έφθασαν το απόγευμα της 18ης Δεκεμβρίου 1959 στην Αθήνα με πτήση της Lufthansa συνοδευόμενα από τον Πρίγκιπα Μαξιμιλιανό-Εμμανουήλ της Βαυαρίας και τον διευθυντή εθιμοτυπίας της κυβέρνησης του κρατιδίου, Βαρώνο Φον Μπράντ.
Η παράδοση των βασιλικών διασήμων έγινε σε πανηγυρική τελετή στην Αίθουσα του Θρόνου των Ανακτόρων Αθηνών στις 20 Δεκεμβρίου παρουσία της ελληνικής βασιλικής οικογένειας, του Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή και μελών του υπουργικού συμβουλίου, επισήμων και εκπροσώπων των τριών ενόπλων δυνάμεων.
Τα αντικείμενα, φτιαγμένα από χρυσό και κράματα μετάλλων, χαρακτηρίζονται από την υψηλή τέχνη των κατασκευαστών τους. Είναι μάλλον απλά, δεν φέρουν πολύτιμους λίθους (πλην του lapis lazuli στη λαβή του ξίφους), αλλά οι συμβολισμοί των διακοσμητικών τους στοιχείων είναι σημαντικοί. Αποτελούν την αφετηρία για την παράδοση διαμόρφωσης των κρατικών συμβόλων που θα ακολουθήσουν τους επόμενους δύο αιώνες, παρά την αλλαγή στη δυναστεία και στο πολίτευμα.
Στέμμα:
Χρυσός, επιχρυσωμένο μέταλλο, βελούδο, 25 x 29 εκ., Εργαστήριο χρυσοχοΐας: Fossin et fils Joailliers du Roi, Παρίσι, Έτος παραγγελίας 1835.
Στο κάτω μέρος φέρει δάφνινη στεφάνη. Οκτώ τόξα, διακοσμημένα με ανθέμια, πλοχμούς και λεοντοκεφαλές σε εναλλαγή, υποστηρίζουν οκτώ καμπύλα στελέχη με ανθέμια στη βάση τους και διακόσμηση από κλαδιά φοίνικα. Η επίστεψη στο κέντρο κοσμείται με τη βασιλική σταυροφόρο σφαίρα. Στο εσωτερικό του διατηρείται το πορφυρό βελούδο.
Σκήπτρο:
Χρυσός, επιχρυσωμένο μέταλλο και σμάλτο, 78 x 7,4 εκ., Εργαστήριο χρυσοχοΐας: Fossin et fils Joailliers du Roi, Παρίσι, Έτος παραγγελίας 1835.
Αποτελείται από δύο επιμήκη ωοειδή στελέχη, με κατά τόπους ανάγλυφη φυτική διακόσμηση, και επίστεψη που συνδέονται μεταξύ τους με τετράπλευρα διακοσμημένα κομβία. Η επίστεψη φέρει ανάγλυφα φύλλα άκανθας και ολόγλυφο στέμμα σε μικρογραφία, με ανθέμια και πλοχμούς, εσωτερικά κοσμημένο με πορφυρό σμάλτο, και με τη βασιλική σταυροφόρο σφαίρα στην κορυφή. Στα κομβία, το μονόγραμμα του Βασιλιά Όθωνα εναλλάσσεται με λευκό σταυρό από σμάλτο, με τα χρώματα της βαυαρικής σημαίας στην ένωση των κεραιών του, και ολόσωμους αντωπούς λέοντες. Το κατώτερο τμήμα του σκήπτρου απολήγει σε σφαίρα με ανάγλυφη φυτική διακόσμηση και την εγχάρακτη επιγραφή του κατασκευαστή.
Ξίφος σε θήκη:
Χρυσός, επιχρυσωμένο μέταλλο, σμάλτο και lapis lazuli, 92 x 12,7 εκ., Εργαστήρια κατασκευής: Manceaux Fabricant d’armes και Fossin et Fils Joailliers du Roi, Παρίσι, Έτος παραγγελίας 1835.
Η περίτεχνη χρυσή θήκη είναι διακοσμημένη κατά διαστήματα με ανάγλυφους δακτυλίους με φυτικά κοσμήματα. Στο άνω τμήμα, φέρει ανάγλυφη διακόσμηση σε ζώνες με άνθη, πλοχμούς και λεοντοκεφαλή σε μετάλλιο. Σε χρυσό διάχωρο προβάλλει, στην πρόσθια όψη, το εστεμμένο εθνόσημο της Ελλάδας σε γαλάζιο και λευκό σμάλτο, ενώ, στην πίσω όψη, αναγράφονται τα εργαστήρια κατασκευής. Το μονόγραμμα του Βασιλιά Όθωνα μαζί με ανάγλυφο πλοχμό προβάλλει σε ανώτερη ζώνη. Οι οπές ανάρτησης διαμορφώνονται σε ελισσόμενα φίδια. Στο κάτω τμήμα της θήκης, ολόσωμη γυναικεία μορφή σε φοινικόσχημο μετάλλιο, προφανώς προσωποποίηση της Νίκης, προβάλλει μπροστά σε πολεμικά τρόπαια. Στη βάση, δελφίνια ελίσσονται γύρω από τρίαινα.
Η λαβή του ξίφους, από λαζουλίτη λίθο, απολήγει σε κομβίο με ανάγλυφα φυτικά κοσμήματα και δυο γυναικεία προσωπεία. Φύλλα φοινικιάς, ανθέμια, πλοχμοί, ανάγλυφα προσωπεία και λεοντοκεφαλές κοσμούν τα οριζόντια στελέχη του δακτυλοφύλακα.
πηγή : facebook